- Μεγάβαζος
- Μεγάβαζοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μεγάβαζος — (μέσα 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.) Πέρσης στρατηγός. Έζησε την εποχή της βασιλείας του Δαρείου A’ του Yστάσπους. Όταν οι Αθηναίοι ήταν κύριοι της Αιγύπτου, ο βασιλιάς των Περσών τον έστειλε στη Λακεδαίμονα με πολλά χρήματα για να πείσει τους… … Dictionary of Greek
Μεγαβάζου — Μεγάβαζος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεγαβάζους — Μεγάβαζος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεγαβάζων — Μεγάβαζος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεγαβάζῳ — Μεγάβαζος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεγάβαζον — Μεγάβαζος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
МЕГАБАЗ — • Megabāzus, Μεγάβαζος, 1. перс, который по возвращении Дария из земли скифов, был оставлен им в Европе и покорил Фракию. Hdt. 4, 143. 5, 1; 2. сын Мегабата, начальник флота в походе Ксеркса. Hdt. 7, 97; 3. M.,… … Реальный словарь классических древностей
Megabazos — (griechisch Μεγάβαζος; † vor 493 v. Chr.) war ein Feldherr und Statthalter (Satrap) im persischen Großreich der Achämeniden. Herodot berichtete bezogen auf dessen Sohn Megabates, dass die Familie des Megabazos selbst der Achämenidendynastie… … Deutsch Wikipedia
Σιροπαίονες — Παιονική φυλή της Μακεδονίας, που κατοικούσε κοντά στην πόλη Σίρι. Τους Σ., μαζί με τους Παίοπλες και τις άλλες φυλές που κατοικούσαν ως την Πρασιάδα λίμνη, τους μετοίκησε στην Ασία ο Μεγάβαζος με διαταγή του Δαρείου το 496 π.Χ., αφού με δόλο… … Dictionary of Greek
βύβλος — Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων. 1. Φοινικική πόλη, στις ακτές του Λιβάνου, μεταξύ της Βηρυττού και της Τρίπολης της Συρίας. Λεγόταν επίσης Γεβέλ, Γάβουνα ή Γαβών. Θεωρείται από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου και, σύμφωνα με την παράδοση, χτίστηκε … Dictionary of Greek